Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετάληψις
μεταλλαγή
μεταλλακτός
μετάλλαξις
μεταλλάσσω
μετάλλᾱτος
μεταλλάω
μεταλλείᾱ
μεταλλεῖα
μεταλλεύς
μεταλλευτικός
μεταλλεύω
μεταλλήγω
μεταλλικός
μέταλλον
μετάλμενος
μεταλωφέω
μεταμάζιος
μεταμαίομαι
μεταμανθάνω
μεταμείβω
View word page
μεταλλευτικός
μεταλλευτικόςή όνadjof an itemfor use in miningPl.fem.sb.art of miningArist.

ShortDef

skilled in searching for metals

Debugging

Headword:
μεταλλευτικός
Headword (normalized):
μεταλλευτικός
Headword (normalized/stripped):
μεταλλευτικος
IDX:
25844
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25845
Key:
μεταλλευτικός

Data

{'headword_display': '<b>μεταλλευτικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεταλλευτικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of an item</Indic><Tr>for use in mining</Tr><Au>Pl.<?xm-replace_text ?></Au><SGrm><GLbl>fem.sb.</GLbl><Def>art of mining</Def><Au>Arist.</Au></SGrm></aS1></AE>', 'key': 'μεταλλευτικός'}