Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μετακαλέω
μετάκειμαι
μετάκερας
μετακῑνέω
μετακῑ́νησις
μετακῑνητός
μετακλαίομαι
μετακλείω
μετακλῑ́νομαι
μετακοιμίζομαι
μετακοίμιος
μετάκοινος
μετακομίζω
μετακοσμέω
μετακόσμησις
μετακυλίνδω
μετακῡ́μιος
μεταλαγχάνω
μεταλαμβάνω
μεταλγέω
μεταλδήσκω
View word page
μετακοίμιος
μετακοίμιοςονadj of a godbringing respitew.gen.fr. disasterE.cj., for μετακῡ́μιος amid the waves

ShortDef

bringing respite

Debugging

Headword:
μετακοίμιος
Headword (normalized):
μετακοίμιος
Headword (normalized/stripped):
μετακοιμιος
IDX:
25823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25824
Key:
μετακοίμιος

Data

{'headword_display': '<b>μετακοίμιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μετακοίμιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a god</Indic><Tr>bringing respite<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>fr. disaster</Expl></Tr><Au>E.<LblR>cj., for <Gr>μετακῡ́μιος</Gr> <ital>amid the waves</ital></LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'μετακοίμιος'}