Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεταδίδωμι
μεταδίομαι
μεταδίωκτος
μεταδιώκω
μεταδοκεῖ
μεταδοξάζω
μεταδόρπιος
μετάδοσις
μεταδοῦν
μετάδουπος
μεταδρομάδην
μεταδρομή
μετάδρομος
μέταζε
μεταζεύγνῡμι
μετάθεσις
μεταθέω
μετᾱίγδην
μεταίζω
μεταίρω
μετᾱίσσω
View word page
μεταδρομάδην
μεταδρομάδηνadvμετάδρομος runningracing in pursuitIl. AR.

ShortDef

running after, following close upon

Debugging

Headword:
μεταδρομάδην
Headword (normalized):
μεταδρομάδην
Headword (normalized/stripped):
μεταδρομαδην
IDX:
25798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25799
Key:
μεταδρομάδην

Data

{'headword_display': '<b>μεταδρομάδην</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>μεταδρομάδην</HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>μετάδρομος</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>running<or/>racing in pursuit</Tr><Au>Il. AR.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'μεταδρομάδην'}