Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέστα
μεστός
μεστόω
μέσφα
μετά
μέτα
μεταβαίνω
μεταβάλλω
μετάβασις
μεταβιβάζω
μεταβλέπω
μεταβλητικός
μεταβλητός
μεταβολεύς
μεταβολή
μεταβολικός
μεταβουλεύω
μεταβουλίᾱ
μετάβουλος
μετάγγελος
Μεταγειτνιών
View word page
μετα-βλέπω
μετα-βλέπωvb look towardsatsthg.AR.

ShortDef

change one's point of view

Debugging

Headword:
μεταβλέπω
Headword (normalized):
μεταβλέπω
Headword (normalized/stripped):
μεταβλεπω
IDX:
25767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25768
Key:
μεταβλέπω

Data

{'headword_display': '<b>μετα-βλέπω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μετα-βλέπω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>look towards<or/>at</Tr><Obj>sthg.<Au>AR.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'μεταβλέπω'}