Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεσόλαβος
μεσόλευκος
μεσόμφαλος
μεσονύκτιος
μεσοπορέω
μεσόπορος
μεσοπόρφυρος
μεσοποτάμιος
μεσοπύργιον
μέσος
μεσότης
μεσοτομέω
μεσόω
μέσσαβα
μέσσατος
μέσσαυλος
μεσσηγύ(ς)
μεσσήρης
μεσσόγεως
μεσσόθεν
μεσσοπαγής
View word page
μεσότης
μεσότηςητοςf middlecentral position, centralityPl. meanbetw. two extremesArist.math., betw. two numbers or proportionsPl.

ShortDef

a middle

Debugging

Headword:
μεσότης
Headword (normalized):
μεσότης
Headword (normalized/stripped):
μεσοτης
IDX:
25745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25746
Key:
μεσότης

Data

{'headword_display': '<b>μεσότης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μεσότης</HL><Infl>ητος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>middle<or/>central position, centrality</Tr><Au>Pl.</Au></nS1> <nS1><Tr>mean<Expl>betw. two extremes</Expl></Tr><Au>Arist.</Au><nS2><Indic>math., betw. two numbers or proportions</Indic><Au>Pl.</Au></nS2></nS1> </NE>', 'key': 'μεσότης'}