Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεσίδιος
μεσῑτεύω
μεσῑ́της
μεσοβασιλείᾱ
μεσοβασιλεύς
μεσόγαιος
μεσόγραφος
μεσόδμη
μεσόκοιλος
μεσολαβέω
μεσολαβής
μεσόλαβος
μεσόλευκος
μεσόμφαλος
μεσονύκτιος
μεσοπορέω
μεσόπορος
μεσοπόρφυρος
μεσοποτάμιος
μεσοπύργιον
μέσος
View word page
μεσο-λαβής
μεσο-λαβήςέςadjλαμβάνω of a goadgripped in the middleA.

ShortDef

held by the middle

Debugging

Headword:
μεσολαβής
Headword (normalized):
μεσολαβής
Headword (normalized/stripped):
μεσολαβης
IDX:
25734
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25735
Key:
μεσολαβής

Data

{'headword_display': '<b>μεσο-λαβής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεσο-λαβής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>λαμβάνω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a goad</Indic><Tr>gripped in the middle</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεσολαβής'}