Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέση
μεσηγύ
μεσήεις
μεσημβρίᾱ
μεσημβριάζω
μεσημβριάω
μεσημβρινός
μεσίδιος
μεσῑτεύω
μεσῑ́της
μεσοβασιλείᾱ
μεσοβασιλεύς
μεσόγαιος
μεσόγραφος
μεσόδμη
μεσόκοιλος
μεσολαβέω
μεσολαβής
μεσόλαβος
μεσόλευκος
μεσόμφαλος
View word page
μεσοβασιλείᾱ
μεσοβασιλείᾱᾱςfμεσοβασιλεύς interregnumperiod for which an interrex is appointedPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεσοβασιλείᾱ
Headword (normalized):
μεσοβασιλείᾱ
Headword (normalized/stripped):
μεσοβασιλεια
IDX:
25727
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25728
Key:
μεσοβασιλείᾱ

Data

{'headword_display': '<b>μεσοβασιλείᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μεσοβασιλείᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>μεσοβασιλεύς</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>interregnum<Expl>period for which an interrex is appointed</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μεσοβασιλείᾱ'}