Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέρμνος
μέροπες
μέρος
μέσαβον
μεσάγκυλον
μεσαιπόλιος
μεσαίτατος
μέσακτος
μεσαμβρίη
μεσαμβρινός
μεσᾱμέριον
μέσατος
μεσεγγυάομαι
μεσεγγύημα
μεσεγγυόομαι
μεσεύω
μέση
μεσηγύ
μεσήεις
μεσημβρίᾱ
μεσημβριάζω
View word page
μεσᾱμέριον
μεσᾱμέριονdial.advἡμέρᾱ at middayTheoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεσᾱμέριον
Headword (normalized):
μεσᾱμέριον
Headword (normalized/stripped):
μεσαμεριον
IDX:
25711
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25712
Key:
μεσᾱμέριον

Data

{'headword_display': '<b>μεσᾱμέριον</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεσᾱμέριον</HL><PS>dial.adv</PS><Ety><Ref>ἡμέρᾱ</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>at midday</Tr><Au>Theoc.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεσᾱμέριον'}