Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέρμερος
μέρμηραι
μερμηρίζω
μέρμῑς
μέρμνος
μέροπες
μέρος
μέσαβον
μεσάγκυλον
μεσαιπόλιος
μεσαίτατος
μέσακτος
μεσαμβρίη
μεσαμβρινός
μεσᾱμέριον
μέσατος
μεσεγγυάομαι
μεσεγγύημα
μεσεγγυόομαι
μεσεύω
μέση
View word page
μεσαίτατος
μεσαίτατοςsuperl.adj.μεσαίτεροςcompar.seeμέσος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεσαίτατος
Headword (normalized):
μεσαίτατος
Headword (normalized/stripped):
μεσαιτατος
IDX:
25707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25708
Key:
μεσαίτατος

Data

{'headword_display': '<b>μεσαίτατος</b>', 'content': '<XE><RefFm>μεσαίτατος<LblR>superl.adj.</LblR></RefFm><RefFm>μεσαίτερος<LblR>compar.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μέσος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μεσαίτατος'}