Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεριστός
μερῑ́της
μέρμερος
μέρμηραι
μερμηρίζω
μέρμῑς
μέρμνος
μέροπες
μέρος
μέσαβον
μεσάγκυλον
μεσαιπόλιος
μεσαίτατος
μέσακτος
μεσαμβρίη
μεσαμβρινός
μεσᾱμέριον
μέσατος
μεσεγγυάομαι
μεσεγγύημα
μεσεγγυόομαι
View word page
μεσ-άγκυλον
μεσ-άγκυλονουnἀγκύλη javelin with a thong in the middleenabling the thrower to impart spinthonged javelinE. Men. Plb. Plu.

ShortDef

a javelin with a strap

Debugging

Headword:
μεσάγκυλον
Headword (normalized):
μεσάγκυλον
Headword (normalized/stripped):
μεσαγκυλον
IDX:
25705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25706
Key:
μεσάγκυλον

Data

{'headword_display': '<b>μεσ-άγκυλον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μεσ-άγκυλον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>ἀγκύλη</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>javelin with a thong in the middle<Expl>enabling the thrower to impart spin</Expl></Def><Tr>thonged javelin</Tr><Au>E. Men. Plb. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μεσάγκυλον'}