Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέμβλωκα
μεμβράς
μέμειγμαι
μεμελετημένως
μεμέληκα
μεμελιτωμένος
μεμένηκα
μεμεριμνημένος
μεμετιμένος
μέμηδα
μεμηκώς
μέμηλα
μέμηνα
μεμηχανημένως
μεμίαγκα
μέμιγμαι
μέμνᾱμαι
Μέμνων
μέμονα
μεμόρηται
μεμορυγμένος
View word page
μεμηκώς
μεμηκώςpf.ptcpl.seeμηκάομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεμηκώς
Headword (normalized):
μεμηκώς
Headword (normalized/stripped):
μεμηκως
IDX:
25645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25646
Key:
μεμηκώς

Data

{'headword_display': '<b>μεμηκώς</b>', 'content': '<XE><RefFm>μεμηκώς<LblR>pf.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μηκάομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μεμηκώς'}