Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεμακυῖαι
μέμαμεν
μέμᾱνα
μεμάποιεν
μέμαρπα
μέμασαν
μέμαχα
μεμαώς
μέμβλεσθε
μέμβλωκα
μεμβράς
μέμειγμαι
μεμελετημένως
μεμέληκα
μεμελιτωμένος
μεμένηκα
μεμεριμνημένος
μεμετιμένος
μέμηδα
μεμηκώς
μέμηλα
View word page
μεμβράς
μεμβράςάδοςf spratanchovyAr.

ShortDef

anchovy

Debugging

Headword:
μεμβράς
Headword (normalized):
μεμβράς
Headword (normalized/stripped):
μεμβρας
IDX:
25636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25637
Key:
μεμβράς

Data

{'headword_display': '<b>μεμβράς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μεμβράς</HL><Infl>άδος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>sprat<or/>anchovy</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'μεμβράς'}