Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μελῳδίᾱ
μελῳδός
μεμάᾱσι
μεμάθηκα
μεμακυῖαι
μέμαμεν
μέμᾱνα
μεμάποιεν
μέμαρπα
μέμασαν
μέμαχα
μεμαώς
μέμβλεσθε
μέμβλωκα
μεμβράς
μέμειγμαι
μεμελετημένως
μεμέληκα
μεμελιτωμένος
μεμένηκα
μεμεριμνημένος
View word page
μέμαχα
μέμαχαpf.seeμάσσω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μέμαχα
Headword (normalized):
μέμαχα
Headword (normalized/stripped):
μεμαχα
IDX:
25632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25633
Key:
μέμαχα

Data

{'headword_display': '<b>μέμαχα</b>', 'content': '<XE><RefFm>μέμαχα<LblR>pf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μάσσω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μέμαχα'}