Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μελλητέον
μελλητής
μελλιχόμειδος
μέλλιχος
μελλόγαμος
μελλοδειπνικός
μελλονῑκιάω
μελλόνυμφος
μελλώ
μέλλω
μέλον
μελοποιέω
μελοποιίᾱ
μελοποιός
μέλος
μελοτυπέω
μέλπηθρα
Μελπομένη
μέλπω
μελύδριον
μέλω
View word page
μέλον
μέλονep.impf.seeμέλω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μέλον
Headword (normalized):
μέλον
Headword (normalized/stripped):
μελον
IDX:
25610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25611
Key:
μέλον

Data

{'headword_display': '<b>μέλον</b>', 'content': '<XE><RefFm>μέλον<LblR>ep.impf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μέλω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μέλον'}