Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μελετητός
μελέτωρ
μεληδόνες
μεληθείς
μέλημα
μελησίμβροτος
μελήσω
Μελητίδης
μέλι
μελίᾱ
μελιᾱδής
Μελίαι
μελιβόᾱς
μελιγᾱθής
μελίγδουπος
μελίγηρυς
μελίγλωσσος
μελίζω
μελίη
μελιηγενής
μελιηδής
View word page
μελιᾱδής
μελιᾱδήςdial.adjμελιᾱ́δηςAeol.adjseeμελιηδής

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελιᾱδής
Headword (normalized):
μελιᾱδής
Headword (normalized/stripped):
μελιαδης
IDX:
25550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25551
Key:
μελιᾱδής

Data

{'headword_display': '<b>μελιᾱδής</b>', 'content': '<XE><HG><HL>μελιᾱδής</HL><PS>dial.adj</PS></HG><HG><HL>μελιᾱ́δης</HL><PS>Aeol.adj</PS></HG><XR>see<Ref>μελιηδής</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μελιᾱδής'}