Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέλεος
μελεόφρων
μελετάω
μελέτη
μελέτημα
μελετηρός
μελετητήριον
μελετητός
μελέτωρ
μεληδόνες
μεληθείς
μέλημα
μελησίμβροτος
μελήσω
Μελητίδης
μέλι
μελίᾱ
μελιᾱδής
Μελίαι
μελιβόᾱς
μελιγᾱθής
View word page
μεληθείς
μεληθείςaor.pass.ptcpl.seeμέλω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεληθείς
Headword (normalized):
μεληθείς
Headword (normalized/stripped):
μεληθεις
IDX:
25543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25544
Key:
μεληθείς

Data

{'headword_display': '<b>μεληθείς</b>', 'content': '<XE><RefFm>μεληθείς<LblR>aor.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μέλω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μεληθείς'}