Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μελάναιγις
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανείμων
μελανέω
μελανθής
μελανίᾱ
Μελανιππίδης
μελανόζυξ
μελανοκάρδιος
μελανόκολπος
μελανόμματος
μελανονεκυοείμων
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελανοσυρμαῖος
μελανόχροος
μελανόχρως
μελαντειχής
μελάντερος
μελάνυδρος
View word page
μελανόκολπος
μελανόκολποςadjseeμεγαλόκολπος

ShortDef

darkbosomed

Debugging

Headword:
μελανόκολπος
Headword (normalized):
μελανόκολπος
Headword (normalized/stripped):
μελανοκολπος
IDX:
25508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25509
Key:
μελανόκολπος

Data

{'headword_display': '<b>μελανόκολπος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>μελανόκολπος</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see<Ref>μεγαλόκολπος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μελανόκολπος'}