Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μελάγχρως
μέλαθρον
μέλαινα
μελαίνομαι
μέλαις
μελαμβαθής
μελάμβροτος
μελαμπᾱγής
μελάμπεπλος
μελαμπεταλοχίτων
μελάμπτερος
μελάμπῡγος
μελαμφαής
μελαμφᾱρής
μελάμφυλλος
μελαμψήφῑς
μέλαν
μελάναιγις
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανείμων
View word page
μελάμ-πτερος
μελάμ-πτεροςονadjπτερόν of Deathblack-wingedE.

ShortDef

black-winged

Debugging

Headword:
μελάμπτερος
Headword (normalized):
μελάμπτερος
Headword (normalized/stripped):
μελαμπτερος
IDX:
25491
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25492
Key:
μελάμπτερος

Data

{'headword_display': '<b>μελάμ-πτερος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μελάμ-πτερος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πτερόν</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Death</Indic><Tr>black-winged</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μελάμπτερος'}