Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεγιστοπάτωρ
μεγιστόπολις
μέγιστος
μεγιστότῑμος
μεδέων
μέδιμνος
Μέδουσα
μέδω
μέζεα
μεζόνως
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
μεθᾱμέριος
μεθαρμόζω
μεθάρμοσις
μεθέηκα
μεθείην
μεθεῖμεν
μεθειμένος
μεθείσθω
μεθεκτέον
View word page
μεθ-αιρέω
μεθ-αιρέωcontr.vbμετάiteratv.aor.2
μεθέλεσκον
catch in one's turna ballOd.

ShortDef

to catch in turn

Debugging

Headword:
μεθαιρέω
Headword (normalized):
μεθαιρέω
Headword (normalized/stripped):
μεθαιρεω
IDX:
25365
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25366
Key:
μεθαιρέω

Data

{'headword_display': '<b>μεθ-αιρέω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>μεθ-αιρέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>μετά</Ref></Ety><FG><Tns><Lbl>iteratv.aor.2</Lbl><Form>μεθέλεσκον</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>catch in one's turn</Tr><Obj>a ball<Au>Od.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'μεθαιρέω'}