Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
μέγας
μεγασθενής
μεγαυχής
μέγεθος
μέγηρα
μεγήριτος
μεγιστᾶνες
μεγιστοάνασσα
μεγιστοπάτωρ
μεγιστόπολις
μέγιστος
μεγιστότῑμος
μεδέων
μέδιμνος
Μέδουσα
μέδω
μέζεα
μεζόνως
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
μεθᾱμέριος
View word page
μέγιστος
μέγιστος
superl.adj.
see
μέγας
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μέγιστος
Headword (normalized):
μέγιστος
Headword (normalized/stripped):
μεγιστος
IDX:
25357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25358
Key:
μέγιστος
Data
{'headword_display': '<b>μέγιστος</b>', 'content': '<XE><RefFm>μέγιστος<LblR>superl.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>μέγας</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μέγιστος'}