Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μέγαρον
μέγας
μεγασθενής
μεγαυχής
μέγεθος
μέγηρα
μεγήριτος
μεγιστᾶνες
μεγιστοάνασσα
μεγιστοπάτωρ
μεγιστόπολις
μέγιστος
μεγιστότῑμος
μεδέων
μέδιμνος
Μέδουσα
μέδω
μέζεα
μεζόνως
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
View word page
μεγιστό-πολις
μεγιστό-πολιςεωςfem.adjπόλις epith. of Hesychiamaker of most mighty citiesPi.

ShortDef

making cities greatest

Debugging

Headword:
μεγιστόπολις
Headword (normalized):
μεγιστόπολις
Headword (normalized/stripped):
μεγιστοπολις
IDX:
25356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25357
Key:
μεγιστόπολις

Data

{'headword_display': '<b>μεγιστό-πολις</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεγιστό-πολις</HL><Infl>εως</Infl><PS>fem.adj</PS><Ety><Ref>πόλις</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>epith. of Hesychia</Indic><Tr>maker of most mighty cities</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεγιστόπολις'}