Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεγαλοσθενής
μεγαλόσπλαγχνος
μεγαλόστονος
μεγαλοσχήμων
μεγαλουργίᾱ
μεγαλουργός
μεγαλοφρονέω
μεγαλοφροσύνη
μεγαλόφρων
μεγαλοφυής
μεγαλόφωνος
μεγαλοψῡχίᾱ
μεγαλόψῡχος
μεγαλῡ́νω
μεγαλώνυμος
μεγαλωστί
μεγᾱ́νωρ
Μεγάρᾱ
Μέγαρα
Μέγαρα
Μεγαρίζω
View word page
μεγαλό-φωνος
μεγαλό-φωνοςονadjφωνή loud-voicedPlu.pejor.D.

ShortDef

loud-voiced

Debugging

Headword:
μεγαλόφωνος
Headword (normalized):
μεγαλόφωνος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοφωνος
IDX:
25335
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25336
Key:
μεγαλόφωνος

Data

{'headword_display': '<b>μεγαλό-φωνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεγαλό-φωνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φωνή</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>loud-voiced</Tr><Au>Plu.</Au><aS2><Indic>pejor.</Indic><Au>D.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'μεγαλόφωνος'}