Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεγαλόνοια
μεγαλόπετρος
μεγαλόπολις
μεγαλοπόνηρος
μεγαλοπρᾱγμοσύνη
μεγαλοπρᾱ́γμων
μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρεπής
μεγαλοσθενής
μεγαλόσπλαγχνος
μεγαλόστονος
μεγαλοσχήμων
μεγαλουργίᾱ
μεγαλουργός
μεγαλοφρονέω
μεγαλοφροσύνη
μεγαλόφρων
μεγαλοφυής
μεγαλόφωνος
μεγαλοψῡχίᾱ
μεγαλόψῡχος
View word page
μεγαλό-στονος
μεγαλό-στονοςονadjστόνος of sufferingsbringing great lamentationA.

ShortDef

very lamentable, most piteous

Debugging

Headword:
μεγαλόστονος
Headword (normalized):
μεγαλόστονος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοστονος
IDX:
25327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25328
Key:
μεγαλόστονος

Data

{'headword_display': '<b>μεγαλό-στονος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεγαλό-στονος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στόνος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of sufferings</Indic><Tr>bringing great lamentation</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεγαλόστονος'}