Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μεγαλοκίνδῡνος
μεγαλοκλεής
μεγαλόκολπος
μεγαλοκόρυφος
μεγαλομέρεια
μεγαλομερής
μεγαλόμητις
μεγαλόνοια
μεγαλόπετρος
μεγαλόπολις
μεγαλοπόνηρος
μεγαλοπρᾱγμοσύνη
μεγαλοπρᾱ́γμων
μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρεπής
μεγαλοσθενής
μεγαλόσπλαγχνος
μεγαλόστονος
μεγαλοσχήμων
μεγαλουργίᾱ
μεγαλουργός
View word page
μεγαλο-πόνηρος
μεγαλο-πόνηροςονadjπονηρός wicked on a grand scaleArist.

ShortDef

wicked in great things

Debugging

Headword:
μεγαλοπόνηρος
Headword (normalized):
μεγαλοπόνηρος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοπονηρος
IDX:
25320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25321
Key:
μεγαλοπόνηρος

Data

{'headword_display': '<b>μεγαλο-πόνηρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μεγαλο-πόνηρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πονηρός</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>wicked on a grand scale</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μεγαλοπόνηρος'}