Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ματεύω
ματέω
μάτη
μάτημι
μάτημι
μάτην
μᾱ́τηρ
ματίη
μᾱτιολοιχός
μᾱτραδελφεός
μᾱτρόδοκος
μᾱτρόθε(ν)
μᾱτροκασιγνήτᾱ
μᾱτροκτόνος
μᾱτρομᾱ́τωρ
μᾱτρόπολις
μᾱτροπόλος
μᾱτροφόνος
μᾱτρυιᾱ́
μᾱτρυλεῖον
μᾱτρῷος
View word page
μᾱτρό-δοκος
μᾱτρό-δοκοςονdial.adjδέχομαι of generative seedreceived by a motherPi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μᾱτρόδοκος
Headword (normalized):
μᾱτρόδοκος
Headword (normalized/stripped):
ματροδοκος
IDX:
25234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25235
Key:
μᾱτρόδοκος

Data

{'headword_display': '<b>μᾱτρό-δοκος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μᾱτρό-δοκος</HL><Infl>ον</Infl><PS>dial.adj</PS><Ety><Ref>δέχομαι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of generative seed</Indic><Tr>received by a mother</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'μᾱτρόδοκος'}