Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μασχαλιστήρ
μάτᾱ
ματᾴζω
ματαιολόγος
ματαιοπονέω
μάταιος
μάτᾱν
ματάω
μᾱτέρος
ματεύω
ματέω
μάτη
μάτημι
μάτημι
μάτην
μᾱ́τηρ
ματίη
μᾱτιολοιχός
μᾱτραδελφεός
μᾱτρόδοκος
μᾱτρόθε(ν)
View word page
ματέω
ματέωcontr.vbdial.fem.nom.pl.ptcpl.
ματεῦσαι
search for, seeksthg.Melanipp.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ματέω
Headword (normalized):
ματέω
Headword (normalized/stripped):
ματεω
IDX:
25225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25226
Key:
ματέω

Data

{'headword_display': '<b>ματέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ματέω</HL><PS>contr.vb</PS><FG><Tns><Lbl>dial.fem.nom.pl.ptcpl.</Lbl><Form>ματεῦσαι</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>search for, seek</Tr><Obj>sthg.<Au>Melanipp.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ματέω'}