Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μαρτῡ́ρομαι
μάρτυρος
μάρτυς
μᾱρῡ́ομαι
μάρψω
Μάρων
μασάομαι
μάσασθαι
μασδός
μάσθλης
μασθός
Μασσαλίᾱ
μάσσομαι
μάσσω
μᾱ́σσων
μάσταξ
μασταρύζω
μάστειρα
μαστευτής
μαστεύω
μαστήρ
View word page
μασθός
μασθόςmseeμαστός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μασθός
Headword (normalized):
μασθός
Headword (normalized/stripped):
μασθος
IDX:
25182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25183
Key:
μασθός

Data

{'headword_display': '<b>μασθός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>μασθός</HL><PS>m</PS></HG><XR>see<Ref>μαστός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'μασθός'}