Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μαργότης
Μαριανδῡνοί
μαρῑ́λη
μαρῑλοκαύτης
μαρμαίρω
μαρμάρεος
μαρμαρίζω
μαρμάρινος
μαρμαρόεις
μάρμαρον
μαρμαρόπτυχος
μάρμαρος
μαρμαροφεγγής
μαρμαρυγή
μαρμαρύζω
μαρμαρωπός
μάρναμαι
μάρπτις
μάρπτω
μάρσιππος
μαρτυρέω
View word page
μαρμαρό-πτυχος
μαρμαρό-πτυχοςονadjμαρμαίρωπτύξ of the bosom of Amphitrite, meton. for the seawith gleaming foldsref. to her dress and the wavesTim.cj.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μαρμαρόπτυχος
Headword (normalized):
μαρμαρόπτυχος
Headword (normalized/stripped):
μαρμαροπτυχος
IDX:
25158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25159
Key:
μαρμαρόπτυχος

Data

{'headword_display': '<b>μαρμαρό-πτυχος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>μαρμαρό-πτυχος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μαρμαίρω</Ref><Ref>πτύξ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the bosom of Amphitrite, meton. for the sea</Indic><Tr>with gleaming folds<Expl>ref. to her dress and the waves</Expl></Tr><Au>Tim.<LblR>cj.</LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'μαρμαρόπτυχος'}