Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μᾱλίς
μαλκῑ́ω
μᾶλλον
μαλλός
μᾱλογενής
μᾱλοδροπῆες
μᾶλον
μᾱλοπάραυος
μᾱλός
μᾱ́λουρις
μᾱλοφορέω
μαλσακός
μαμμᾶ
μαμμᾱ́κυθος
μάμμη
μαμμίᾱ
μαμωνᾶς
μᾱ́ν
μανδαλωτός
μάνδρᾱ
μανδραγόρᾱς
View word page
μᾱλοφορέω
μᾱλοφορέωdial.contr.vbμηλοφόρος carry applesTheoc.epigr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μᾱλοφορέω
Headword (normalized):
μᾱλοφορέω
Headword (normalized/stripped):
μαλοφορεω
IDX:
25099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25100
Key:
μᾱλοφορέω

Data

{'headword_display': '<b>μᾱλοφορέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>μᾱλοφορέω</HL><PS>dial.contr.vb</PS><Ety><Ref>μηλοφόρος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>carry apples</Tr><Au>Theoc.<Wk>epigr.</Wk></Au> </vS1> </VE>', 'key': 'μᾱλοφορέω'}