Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

μαιεύομαι
μαίευσις
μαιευτικός
Μαίη
Μαιήτης
Μαιῆτις
Μαιμακτηριών
μαιμάω
Μαίναλον
μαινάς
μαινίς
μαινόλης
μαίνομαι
μαίομαι
μαιόομαι
μαίωσις
Μαιῶται
μάκαρ
μακαρίᾱ
μακαρίζω
μακάριος
View word page
μαινίς
μαινίςίδοςfa kind of small fishspratAr. Plu.

ShortDef

a sprat

Debugging

Headword:
μαινίς
Headword (normalized):
μαινίς
Headword (normalized/stripped):
μαινις
IDX:
25004
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-25005
Key:
μαινίς

Data

{'headword_display': '<b>μαινίς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>μαινίς</HL><Infl>ίδος</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Def>a kind of small fish</Def><nS2><Tr>sprat</Tr><Au>Ar. Plu.</Au></nS2> </nS1></NE>', 'key': 'μαινίς'}