Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λυτήριον
λυτικός
λύτο
λυτός
λύτρον
λυτρόω
λύτρωσις
λυτρωτής
λύττα
λυχνεῖον
λυχνίᾱ
λύχνιον
λυχνοκαΐη
λύχνον
λυχνοποιός
λυχνοπώλης
λύχνος
λυχνοῦχος
λυχνοφορίω
λυχνοφόρος
λῡ́ω
View word page
λυχνίᾱ
λυχνίᾱᾱςf lamp-standNT. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λυχνίᾱ
Headword (normalized):
λυχνίᾱ
Headword (normalized/stripped):
λυχνια
IDX:
24908
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24909
Key:
λυχνίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>λυχνίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>λυχνίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>lamp-stand</Tr><Au>NT. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'λυχνίᾱ'}