Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Λύκαιον
Λυκᾱ́ων
λυκέη
λύκειος
Λύκειος
Λυκηγενής
Λυκίᾱ
λυκιδεύς
Λύκιοι
Λυκιουργής
λυκοδίωκτος
λυκοκτόνος
λυκόομαι
λύκος
Λυκοῦργος
Λυκωρεύς
λῡ́μᾱ
λῡμαίνομαι
λῡμαντήρ
λῡμαντήριος
λῡμαντής
View word page
λυκο-δίωκτος
λυκοδίωκτοςονadjλύκοςδιωκτός of a heiferpursued by wolvesA.

ShortDef

wolf-chased

Debugging

Headword:
λυκοδίωκτος
Headword (normalized):
λυκοδίωκτος
Headword (normalized/stripped):
λυκοδιωκτος
IDX:
24847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24848
Key:
λυκοδίωκτος

Data

{'headword_display': '<b>λυκο-δίωκτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>λυκο<hyph/>δίωκτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>λύκος</Ref><Ref>διωκτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a heifer</Indic><Tr>pursued by wolves</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'λυκοδίωκτος'}