Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Ἀθᾶναι
Ἀθᾱναῖος
ἀθανασίᾱ
ἀθανατίζω
ᾱ̓θάνατος
ἄθαπτος
ἀθάρη
ἀθαρσής
ἀθέᾱτος
ἀθεεί
ἀθείαστος
ἀθέλεος
ἄθελκτος
ἄθεμις
ἀθεμίστιος
ἀθέμιστος
ἀθέμιτος
ἄθεος
ἀθεότης
ἀθεραπείᾱ
ἀθεραπευσίᾱ
View word page
ἀ-θείαστος
ἀ-θείαστοςονadjθειάζω of an ideauninspiredPlu.

ShortDef

uninspired

Debugging

Headword:
ἀθείαστος
Headword (normalized):
ἀθείαστος
Headword (normalized/stripped):
αθειαστος
IDX:
2477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2478
Key:
ἀθείαστος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-θείαστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ-θείαστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θειάζω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an idea</Indic><Tr>uninspired</Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀθείαστος'}