Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λογογράφος
λογοδαίδαλος
λογοποιέω
λογοποιικός
λογοποιός
λόγος
λόγχη
λογχήρης
λογχίς
λογχόομαι
λογχοποιός
λογχοφόρος
λογχωτός
λόε
λοετρόν
λοετροχόος
λοέω
λοιβεῖον
λοιβή
λοίγιος
λοιγός
View word page
λογχο-ποιός
λογχοποιόςοῦmποιέω spear-makerE.

ShortDef

making spears

Debugging

Headword:
λογχοποιός
Headword (normalized):
λογχοποιός
Headword (normalized/stripped):
λογχοποιος
IDX:
24742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24743
Key:
λογχοποιός

Data

{'headword_display': '<b>λογχο-ποιός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>λογχο<hyph/>ποιός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>spear-maker</Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'λογχοποιός'}