Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λογιστήριον
λογιστής
λογιστικός
λογιστός
λογογραφέω
λογογραφίᾱ
λογογραφικός
λογογράφος
λογοδαίδαλος
λογοποιέω
λογοποιικός
λογοποιός
λόγος
λόγχη
λογχήρης
λογχίς
λογχόομαι
λογχοποιός
λογχοφόρος
λογχωτός
λόε
View word page
λογοποιικός
λογοποιικόςή όνadj of the artof speech-writingPl.

ShortDef

of or like a λογοποιός

Debugging

Headword:
λογοποιικός
Headword (normalized):
λογοποιικός
Headword (normalized/stripped):
λογοποιικος
IDX:
24735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24736
Key:
λογοποιικός

Data

{'headword_display': '<b>λογοποιικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>λογοποιικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of the art</Indic><Tr>of speech-writing</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'λογοποιικός'}