Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
λίπος
λιποστρατίᾱ
λιποστράτιον
λιποτάξιον
λιπότεκνος
λίπουρος
λιποψῡχέω
λιποψῡχίᾱ
λιπόων
λίπτω
λιπών
λῑρός
λῑ́ς
λῑ́ς
λίσαι
λίσπος
λισσᾱ́νιε
λισσάς
λίσσομαι
λισσός
λιστός
View word page
λιπών
λιπών
aor.2 ptcpl.
see
λείπω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λιπών
Headword (normalized):
λιπών
Headword (normalized/stripped):
λιπων
IDX:
24671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24672
Key:
λιπών
Data
{'headword_display': '<b>λιπών</b>', 'content': '<XE><RefFm>λιπών<LblR>aor.2 ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>λείπω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λιπών'}