Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαρόμματος
λιπαροπλόκαμος
λιπαρός
λιπαρότης
λιπαρότροφος
λιπαρόχρως
λιπαρώψ
λιπάω
λιπεῖν
λιπερνής
λιπεσᾱ́νωρ
λιπογάμετος
λιποθῡμέω
λιποθῡμίᾱ
λιπομαρτύριον
λίπον
λιπόναυς
λιποναύτᾱς
λιπόξυλος
View word page
λιπεῖν
λιπεῖν
aor.2 inf.
see
λείπω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λιπεῖν
Headword (normalized):
λιπεῖν
Headword (normalized/stripped):
λιπειν
IDX:
24648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24649
Key:
λιπεῖν
Data
{'headword_display': '<b>λιπεῖν</b>', 'content': '<XE> <RefFm>λιπεῖν <LblR>aor.2 inf.</LblR></RefFm> <XR>see<Ref>λείπω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λιπεῖν'}