Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λιγνύς
λίγξε
λιγού
λιγουροκώτιλος
λιγουρός
λιγυᾱχής
Λίγυες
λιγυκλαγγής
λιγυμακρόφωνος
λιγύμολπος
λιγυπνοιός
λιγυρός
λιγύς
Λίγυς
λιγυσφάραγος
λιγύφθογγος
λιγύφωνος
λῑ́ην
λιθάζω
λίθαξ
λιθάς
View word page
λιγυ-πνοιός
λιγυπνοιόςόνep.adjπνοή of windsshrill-blowing, whistlinghHom.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λιγυπνοιός
Headword (normalized):
λιγυπνοιός
Headword (normalized/stripped):
λιγυπνοιος
IDX:
24548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24549
Key:
λιγυπνοιός

Data

{'headword_display': '<b>λιγυ-πνοιός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>λιγυ<hyph/>πνοιός</HL><Infl>όν</Infl><PS>ep.adj</PS><Ety><Ref>πνοή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of winds</Indic><Tr>shrill-blowing, whistling</Tr><Au>hHom.</Au> </aS1> </AE>', 'key': 'λιγυπνοιός'}