Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λῃστεύω
λῃστήριον
λῃστής
λῃστικός
λῆστις
λῃστρικός
λῃστρίς
λήσω
λῆτε
λῄτειρα
Λητοΐδης
λῃτουργέω
λῃτουργίᾱ
Λητώ
ληφθήσομαι
λῆψις
λήψομαι
λιάζομαι
λιάζω
λῑ́ᾱν
λιαρός
View word page
Λητοΐδης
Λητοΐδηςmsee underΛητώ

ShortDef

son of Leto

Debugging

Headword:
Λητοΐδης
Headword (normalized):
λητοΐδης
Headword (normalized/stripped):
λητοιδης
IDX:
24508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24509
Key:
Λητοΐδης

Data

{'headword_display': '<b>Λητοΐδης</b>', 'content': '<XE><HG><HL>Λητοΐδης</HL><PS>m</PS></HG><XR>see under<Ref>Λητώ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Λητοΐδης'}