Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Λήναια
Ληναΐζω
Ληνᾱῑ́της
Ληναιών
ληνός
λῆνος
ληξιαρχικός
λῆξις
λῆξις
λήξομαι
λήξω
ληπτέος
ληπτικός
ληπτός
ληρέω
ληρήματα
λῆρος
ληρώδης
λῇ
λησίμβροτος
λησμοσύνη
View word page
λήξω
λήξωfut.seeλήγω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λήξω
Headword (normalized):
λήξω
Headword (normalized/stripped):
ληξω
IDX:
24484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24485
Key:
λήξω

Data

{'headword_display': '<b>λήξω</b>', 'content': '<XE><RefFm>λήξω<LblR>fut.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>λήγω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λήξω'}