Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ληιστήρ
ληιστής
ληιστός
ληιστύς
ληίστωρ
ληῖτις
λήιτον
ληκάομαι
ληκτέον
ληκυθίζω
ληκύθιον
λήκυθος
λῆμα
ληματίᾱς
λημάω
λήμη
λῆμμα
λημνίσκος
Λῆμνος
λήμψομαι
λῆν
View word page
ληκύθιον
ληκύθιονουndimin.λήκυθος little oil-flaskAr. D.

ShortDef

a small oil-flask

Debugging

Headword:
ληκύθιον
Headword (normalized):
ληκύθιον
Headword (normalized/stripped):
ληκυθιον
IDX:
24462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24463
Key:
ληκύθιον

Data

{'headword_display': '<b>ληκύθιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ληκύθιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>λήκυθος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>little oil-flask</Tr><Au>Ar. D.</Au> </nS1></NE>', 'key': 'ληκύθιον'}