Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λεπτόθριξ
λεπτόλιθος
λεπτολογέω
λεπτολόγος
λεπτόμιτος
λεπτόπρυμνος
λεπτός
λεπτότης
λεπτουργέω
λεπτουργής
λεπτοψάμαθος
λεπτῡ́νω
λεπῡ́ριον
λέπω
Λέρνα
λεσβιάζω
λεσβίζω
Λέσβος
λεσχάζω
λεσχαίνω
λέσχη
View word page
λεπτο-ψάμαθος
λεπτοψάμαθοςονadj of the mouth of the Nilewith fine sandsA.

ShortDef

with fine sand

Debugging

Headword:
λεπτοψάμαθος
Headword (normalized):
λεπτοψάμαθος
Headword (normalized/stripped):
λεπτοψαμαθος
IDX:
24355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24356
Key:
λεπτοψάμαθος

Data

{'headword_display': '<b>λεπτο-ψάμαθος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>λεπτο<hyph/>ψάμαθος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of the mouth of the Nile</Indic><Tr>with fine sands</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'λεπτοψάμαθος'}