Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λέκτο
λέκτο
λεκτός
λέκτρον
λελαβέσθαι
λελαθέσθαι
λέλᾱκα
λέλασμαι
λελάχᾱσι
λέλειμμαι
λελέξομαι
λέληθα
λέληκα
λέλημμαι
λέλησμαι
λέλῃσμαι
λελίημαι
λέλιμμαι
λελογισμένως
λέλογχα
λέλοιπα
View word page
λελέξομαι
λελέξομαιfut.pf.pass.seeλέγω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λελέξομαι
Headword (normalized):
λελέξομαι
Headword (normalized/stripped):
λελεξομαι
IDX:
24303
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24304
Key:
λελέξομαι

Data

{'headword_display': '<b>λελέξομαι</b>', 'content': '<XE><RefFm>λελέξομαι<LblR>fut.pf.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>λέγω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λελέξομαι'}