Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λειφθήσομαι
λειχήν
λείχω
λείψανον
λεκάνη
λεκάριον
λεκιθῑ́τᾱς
λεκιθόπωλις
λέκιθος
λέκος
λεκτέος
λεκτικός
λέκτο
λέκτο
λεκτός
λέκτρον
λελαβέσθαι
λελαθέσθαι
λέλᾱκα
λέλασμαι
λελάχᾱσι
View word page
λεκτέος
λεκτέοςᾱ ονvbl.adjλέγω of thingsto be spokenspoken aboutIsoc. Pl. X. D.

ShortDef

to be said

Debugging

Headword:
λεκτέος
Headword (normalized):
λεκτέος
Headword (normalized/stripped):
λεκτεος
IDX:
24291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24292
Key:
λεκτέος

Data

{'headword_display': '<b>λεκτέος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>λεκτέος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>vbl.adj</PS><Ety><Ref>λέγω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of things</Indic><Tr>to be spoken<or/>spoken about</Tr><Au>Isoc. Pl. X. D.</Au></aS1></AE>', 'key': 'λεκτέος'}