Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λειμωνόθε(ν)
λειογένειος
λεῖος
λειότης
λείουσι
λείπω
λειριόεις
λείριον
λείριος
λεϊστός
λειτουργέω
λειτούργημα
λειτουργίᾱ
λειτουργός
λειφθήσομαι
λειχήν
λείχω
λείψανον
λεκάνη
λεκάριον
λεκιθῑ́τᾱς
View word page
λειτουργέω
λειτουργέωcontr.vbseeλῃτουργέω

ShortDef

to serve public offices at one's own cost

Debugging

Headword:
λειτουργέω
Headword (normalized):
λειτουργέω
Headword (normalized/stripped):
λειτουργεω
IDX:
24277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24278
Key:
λειτουργέω

Data

{'headword_display': '<b>λειτουργέω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>λειτουργέω</HL><PS>contr.vb</PS></HG><XR>see<Ref>λῃτουργέω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λειτουργέω'}