Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λᾱώδης
λέαινα
λεαίνω
λέβης
λεγεών
λεγνωτός
λέγω
λεηλασίᾱ
λεηλατέω
λείᾱ
λειαίνω
λείβω
λείηνα
λεῖμαξ
λεῖμμα
λειμών
λειμωνιάς
λειμώνιος
λειμωνόθε(ν)
λειογένειος
λεῖος
View word page
λειαίνω
λειαίνωep.vbseeλεαίνω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λειαίνω
Headword (normalized):
λειαίνω
Headword (normalized/stripped):
λειαινω
IDX:
24259
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24260
Key:
λειαίνω

Data

{'headword_display': '<b>λειαίνω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>λειαίνω</HL><PS>ep.vb</PS></HG><XR>see<Ref>λεαίνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λειαίνω'}