Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λαχνήεις
λαχνόγυιος
λαχνόομαι
λάχνος
λαχνώδης
λάχον
λάχος
λαψῇ
λάω
λᾱώδης
λέαινα
λεαίνω
λέβης
λεγεών
λεγνωτός
λέγω
λεηλασίᾱ
λεηλατέω
λείᾱ
λειαίνω
λείβω
View word page
λέαινα
λέαιναf see underλέων

ShortDef

a lioness

Debugging

Headword:
λέαινα
Headword (normalized):
λέαινα
Headword (normalized/stripped):
λεαινα
IDX:
24250
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24251
Key:
λέαινα

Data

{'headword_display': '<b>λέαινα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>λέαινα</HL><PS>f</PS></HG> <XR>see under<Ref>λέων</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λέαινα'}