Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀερσίλοφος
ἀερσίμαχος
ἀερσίνοος
ἀερσιπότης
ἀερσίπους
ἀερτάζω
ἀές
ᾱ̓́εσα
ἀεσιφροσύνη
ἀεσίφρων
ᾱ̓ετός
ᾱ̓ετοφόρος
ἄζα
ἀζαλέος
ἀζάνομαι
ἄζηλος
ἀζηλότυπος
ἀζήλωτος
ἀζήμιος
ἀζήτητος
ἀζηχής
View word page
ᾱ̓ετός
ᾱ̓ετόςAtt.mseeαἰετός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾱ̓ετός
Headword (normalized):
ᾱ̓ετός
Headword (normalized/stripped):
αετος
IDX:
2423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2424
Key:
ᾱ̓ετός

Data

{'headword_display': '<b>ᾱ̓ετός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ᾱ̓ετός</HL><PS>Att.m</PS></HG><XR>see<Ref>αἰετός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ᾱ̓ετός'}