Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

λακεῖν
λακέρυζα
λᾱκέω
λακήσομαι
λακίς
λακίσματα
λακκαῖος
λακκόπλουτοι
λακκόπρωκτος
λάκκος
λάκον
λακπάτητος
λακτίζω
λάκτισμα
λακτιστής
Λάκων
Λακωνίζω
Λακωνικός
Λακωνίς
Λακωνισμός
Λακωνιστής
View word page
λάκον
λάκονep.aor.2seeλάσκω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λάκον
Headword (normalized):
λάκον
Headword (normalized/stripped):
λακον
IDX:
24108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-24109
Key:
λάκον

Data

{'headword_display': '<b>λάκον</b>', 'content': '<XE><RefFm>λάκον<LblR>ep.aor.2</LblR></RefFm><XR>see<Ref>λάσκω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'λάκον'}