Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κωλῡτικός
κωλῡ́τωρ
κωλῡ́ω
κῶμα
κωμάζω
κώμαρχος
κωμαστής
κώμη
κωμήτης
κωμικός
κωμόπολις
κῶμος
κώμῡς
κωμῳδέω
κωμῳδήματα
κωμῳδίᾱ
κωμῳδικός
κωμῳδιογράφος
κωμῳδοδιδασκαλίᾱ
κωμῳδοδιδάσκαλος
κωμῳδολοιχέω
View word page
κωμό-πολις
κωμό-πολιςεωςfκώμηπόλις small townNT.

ShortDef

a village-town

Debugging

Headword:
κωμόπολις
Headword (normalized):
κωμόπολις
Headword (normalized/stripped):
κωμοπολις
IDX:
23965
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23966
Key:
κωμόπολις

Data

{'headword_display': '<b>κωμό-πολις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κωμό-πολις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>κώμη</Ref><Ref>πόλις</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>small town</Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κωμόπολις'}